ἀποτελουμένους

ἀποτελουμένους
ἀποτελέω
bring to an end
pres part mp masc acc pl (attic epic doric)
ἀποτελέω
bring to an end
fut part mid masc acc pl (attic epic doric)
ἀποτελέω
bring to an end
pres part mp masc acc pl (attic epic doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ομοκυκλικός — ή, ό φρ. «ομοκυκλικές ενώσεις» χημ. κατηγορία κυκλικών οργανικών ενώσεων τα μόρια τών οποίων περιέχουν έναν ή περισσότερους κυκλικούς δακτυλίους αποτελούμενους αποκλειστικά από άνθρακα, αλλ. καρβοκυκλικές ενώσεις. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ.… …   Dictionary of Greek

  • πεντάνευρο — (πλαντάγο το μεγάλο). Φυτό της οικογένειας των πλανταγινιδών (δικοτυλήδονα), κοινότατο σε όλη την Ελλάδα, σε καλλιεργούμενους και χέρσους αγρούς, κατά μήκος των δρόμων και των ρυακιών, γύρω από τα σπίτια κ.α. Ανθίζει από την άνοιξη έως και όλο το …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”